Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιανουάριος, 2018

Πειραιώς κάτι - πρωί Κυριακής

Εικόνα
[Πειραιώς κάτι - πρωί Κυριακής]  μπετόν κάτω,  μπετόν στ' αριστερά, στα δεξιά  μπετόν στο βάθος, στο πολύ βάθος,  αλλά και στο ύψος μπετόν, πολύ μπετόν  προσπαθεί να φτάσει το θεό  κι ο θεός κρύβεται πίσω από τρεις πευκοβελόνες  ο θεός γίνεται τρεις πευκοβελόνες ο θεός είναι τρεις πευκοβελόνες Ματίνα Κ. Καρελιώτη (φωτογραφία προσωπικού αρχείου)

Ναζίμ Χικμέτ (1902-1963)

Εικόνα
του σίδερου του κάρβουνου και της ζάχαρης και του πορφυρού χαλκού και της υφαντουργίας και του ερωτά και της καταπίεσης και της ζωής και όλης της βιομηχανίας και τ’ ουρανού και της ερήμου και του γαλάζιου ωκεανού και της οργωμένης γης και των πόλεων η μοίρα θα αλλάξει ένα ξημέρωμα ένα ξημέρωμα στου σκοταδιού την άκρη όταν εκείνοι θα στηρίξουνε βαριά τα χέρια τους στο χώμα και θ’ ανασηκωθούνε Ναζίμ Χικμέτ (1902-1963) Μετάφραση: Άρης Δικταίος net photo

Κάλεσμα - Μικρή Ιστορία

Εικόνα
«Έλα να ξεχειμωνιάσουμε πλάι στ’ άνθος μιας μυγδαλιάς! Θα σε ταΐζω χρυσάφι απ’ τη γύρη του, κι εσύ θα με θρέφεις με ιστορίες ενός καλύτερου κόσμου. Σαν έρχεται ο βοριάς, μες στ’ άρωμά του θα κρυβόμαστε, κι όταν η βροχή θα τραγούδα, αγκαλιά θα σιγοντάρουμε κάτω απ’ τα λευκά του πέταλα!» Έτσι είπε τ’ όνειρο. Κι η πραγματικότητα, που τ’ αγαπούσε, έγειρε το κεφάλι της στα χέρια του, ώσπου ο χειμώνας πέρασε. Εκεί, πλάι στο ευωδιαστό άνθος μιας μυγδαλιάς! Ματίνα Κ. Καρελιώτη

Αφιέρωση - Μανώλης Αναγνωστάκης

Εικόνα
Αφιέρωση Για τους ερωτευμένους που παντρεύτηκαν Για το σπίτι που χτίστηκε Για τα παιδάκια που μεγάλωσαν Για τα πλοία που άραξαν Για τη μάχη που κερδήθηκε Για τον άσωτο που επέστρεψε Για όλα όσα τέλειωσαν χωρίς ελπίδα πια. Μανώλης Αναγνωστάκης Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ 3  net photo: These are the train tracks that lay at Auschwitz Birkenau. There was only one way in, and there was no way out. The only way out was death. The end of the tracks are to far away to escape- so therefore there is no hope left.

Αν υπάρχει Θεός - Μάτεϊ Μπορ

Εικόνα
Αν υπάρχει θεός, είμαι σίγουρος ότι κοιμάται Έφτιαξε τον άνθρωπο κι αποκοιμήθηκε Όταν ξυπνήσει θα πει τρομαγμένος “ Δεν έπρεπε να παίζομε με το χώμα!” Μάτεϊ Μπόρ - Σλοβένος ποιητής Μετάφραση: Φαίδρα Ζαμπαθά - Παγουλάτου

Η παλιά κορνίζα - Μικρό διήγημα

Εικόνα
Η παλιά κορνίζα έγερνε πάνω στον τοίχο θαρρείς κι ο χρόνος είχε γίνει ένα αόρατο βαρίδι πάνω της.  Εκείνος καθισμένος στο στενό τραπεζάκι της κουζίνας είχε στυλώσει τα μάτια στο κέντρο της, γέρνοντας ομοίως το κεφάλι του, σαν να  ήθελε να ευθυγραμμίσει το παρελθόν με το κενό παρόν του βλέμματος του. Στην πολυκαιρισμένη φωτογραφία, μια γυναικεία φιγούρα και μια αντρική, στέκονταν δίπλα δίπλα.  Κάτι είχε αυτή η εικόνα και του γεννούσε απροσδιόριστες μνήμες καλής ζωής. Έτσι ένιωθε τουλάχιστον. Ποια να ήταν άραγε αυτά τα πρόσωπα; Τράβηξε κοντά το φθαρμένο, μαύρο μπαστούνι για να στηριχτεί ενώ η ψάθα της ξύλινης καρέκλας άφησε έναν αναστεναγμό καθώς σηκώνονταν. Χρόνια ξεκούραζε εκεί το σώμα του μα τώρα τελευταία η πίεση που της ασκούσε είχε γίνει αβάστακτη. Με την δυσκολία των ποδιών που έχουν βαδίσει ατέλειωτα και την απουσία της διάθεσης για ένα νέο βήμα, έφτασε ως τον τοίχο. Ήθελε να δει από κοντά τα πρόσωπα της κορνιζάς. Περιεργάστηκε την γυναικεία φιγούρα για αρκετά. Φορούσ

Χαρταετοί - Κώστας Μόντης

Εικόνα
Χαρταετοί Χαρταετοί είμαστε, χαρταετοί πιασμένοι στα ηλεχτρικά σύρματα. Μ' εκείνους τους κομμένους σπάγγους, μ' εκείνα τα ξεσχισμένα χαρτιά, μ' εκείνη την εγκατάλειψη στον ανεμο, μ' εκείνη την εγκατάλειψη στον εμπαιγμό, μ' εκείνη την εγκατάλειψη στο τέλος. Ο Κώστας Μόντης (1914 - 2004) ήταν Κύπριος συγγραφέας. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Ελληνοκύπριους ποιητές και συγγραφείς. Painting: Marcel Duchamp,  Nude (Study), Sad Young Man on a Train 

Προσφυγικά και ξεχασμένα - Μικρές Ιστορίες

Εικόνα
Η Ευτέρπη ήταν μόλις  δεκάξι, όταν  πάτησε το πόδι της στο λιμάνι του Λαυρίου. Μοναχοκόρη του πιο πλούσιου κρεοπώλη στη συνοικία του ΚΑΙ.  Με τα λούσα, τις βεγγέρες αλλά και την εκλεπτυσμένη μόρφωση της. Υπότροφος στο ανώτερο παρθεναγωγείο της Σμύρνης, με γαλλικά και  πιάνο. Ένα πιάνο, που το μόνο που κατάφερε να παίξει, ήταν το πένθιμο εμβατήριο της στιγμής που ο πατέρας  έσπρωχνε μάνα και κόρη στη βάρκα του ξενιτεμού. Την είχε φιλήσει σταυρωτά και της είχε υποσχεθεί πως σε λίγο καιρό θα αντάμωναν εκ νέου. Η υπόσχεση, έμεινε υπόσχεση… και τα δάκρυα γινήκαν ποτάμια! Απ’ το δίπατο αρχοντικό όπου έμενε, στην κοσμοπολίτισσα Σμύρνη, βρέθηκε σ' ένα δωμάτιο από πέτρα και λάσπη, σε μια άγνωστη γη, την Ανάβυσσο. Η μάνα στάθηκε γενναία. Δεν άφησε ούτε στιγμή τον πόνο να φανεί, παλεύοντας να στήσει απ’ αρχής το σπιτικό της. Νοικοκυρά τρανή, σαν όλες τις Μικρασιάτισσες, έπιανε την πέτρα και την έκανε λαμπίκο. Έραψε και κουρτίνες με φρου φρου, ενώ ταυτόχρονα δούλευε στα αμπέλια των ντ

Το μόνο που πραγματικά δεν προλαβαίνω, είναι να καταφέρω να ΥΠΑΡΞΩ!

Πρέπει να προλάβω . Τρέχω να προλάβω. Τα του Είναι μου. Τα του οίκου μου, των τέκνων, του εργοδότη μου. Κι ο χρόνος, λες κι έχει πιει ελιξίριο συρρικνώσεως, γίνεται μια στάλα, αφήνοντας με απ’ έξω. Στάσου ντε! Πρέπει να προλάβω. Ειδικά  τώρα που πάτησα τα σαράντα κι η εποχή μου επιτάσσει να σπριντάρω. Σαν αφύσικο μου φαίνεται αυτό,  μα αφού είναι κοινώς αποδεκτό, φτερά πρέπει να βγάλουν οι αντοχές μου! Θυμάμαι την μάνα μου να μιλά για καρτερία και υπομονή. Ειλικρινά  δεν έχω τρόπο τις συμβουλές της να ακολουθήσω. Εδώ υπάρχουν ακόρεστες επιθυμίες και προθέσεις που  επιτακτικά ζητούν να υλοποιηθούν. Υπάρχουν αισθήσεις, που ανυπομονούν να βιωθούν. Φιλοδοξίες, που κουνάνε εμπρός μου το χαρτάκι της προτεραιότητας με θράσος ανήκουστο.  Κι ενώ τρέχω να προλάβω, η εμφάνιση μιας ύπουλης χαρακιάς πλάι στη νόμιμη και απενοχοποιημένη ρυτίδα έκφρασης, βάζει τρικλοποδιά στο ενδεχόμενο ενός διαλείμματος ή έστω μιας κάποιας επιβράδυνσης. Αν με ρωτούσε κάποιος: Προς τι αυτός ο ανηλεής αγώνας τ

Μη με προσπερνάς. Είμαι εδώ και σε περιμένω.

Εικόνα
Μη με προσπερνάς. Δεν τα έχω παρατήσει ακόμα. Είμαι εδώ και σε περιμένω. Έλα να αρπάξουμε τα κενά βλέμματα και να τους δείξουμε με πόσες ομορφιές  μπορούν να γεμίσουν. Έλα να στήσουμε ενέδρα στον θυμό, που κινείται επεκτατικά, κατατροπώνοντας τον με αχαλίνωτο χάϊδεμα. Έλα να δημιουργήσουμε μια φλογερή αγκαλιά και να κάψουμε μέσα της  τον φόβο, που μας  χρησιμοποιεί ως ξενιστές στην επιβίωσή του. Ναι, ξέθαψα το θάρρος μου και σε προσκαλώ σε μια πράξη ουσιαστικής αντίστασης. Σε προσκαλώ να μου δώσεις το χέρι, κι από κοινού να περπατήσουμε την γραμμή της  ζωής που βρίσκεται χαραγμένη πάνω του. Όταν δυο χέρια είναι πλεγμένα, η γραμμή αυτή μακραίνει. Θυμάσαι όταν ήσουν παιδί; Θυμάσαι πόσο σταθερό γίνονταν το βήμα σου, σαν η μάνα σε κρατούσε απ΄ το χέρι; Μάνα θα γίνω για σένα κι εσύ στήριγμα, φως κι ελπίδα. Γι’ αυτό σου λέω: Μη με προσπερνάς! Αν έχεις κάτι να μου πεις, είμαι εδώ για να σε ακούσω . Έχω ανάγκη να σε ακούσω.  Αναγνωρίζω πώς  πρέπει να σε ακούσω. Χωρίς τις δικές μου

Δεν μπορώ να διαχειριστώ τόσο πόνο πια…

Σαν νάιλον σακούλα ο ψυχικός πόνος, τυλίγεται γύρω απ’ το κεφάλι μου . Προσπαθώ να πάρω ανάσα χαράς, αλλά μάταια.  Τα καθημερινά, οδυνηρά γεγονότα, κάνουν δεδομένη την ασφυξία μου.  Παλεύω για να σωθώ. Προσπαθώ με νότες αισιοδοξίας να γλιτώσω. Μα η σακούλα δε θέλει νότες για να σκιστεί. Θέλει νύχια. Θέλει δόντια. Συμβάντα δίχως προηγούμενο. Αρρώστιες. Αδικίες. Τέλματα. Τα περισσότερα δεν με αφορούν προσωπικά, μα στο βαθμό που ως άνθρωπος συμπάσχω στον πόνο του άλλου, έχουν αντίκτυπο μέσα μου. Κι αυτός ο αντίκτυπος πολλαπλασιάζεται διότι εκείνοι οι άλλοι δεν περιορίζονται στην οικογένεια, στην κοινότητα ή έστω στη χώρα. Μα εξαπλώνονται μέσω της διαδικτυακής ενημέρωσης στα τέσσερα σημεία αυτού του κόσμου. Δεν μπορώ να διαχειριστώ τόσο πόνο πια. Δεν προλαβαίνω να τον  επεξεργαστώ ωφέλιμα και να ανασυνταχτώ ψυχικά. Δεν προλαβαίνω να θρηνήσω βαθιά  ώστε να προχωρήσω σοφότερη μέσω της εμπειρίας της απώλειας. Η καθημερινή δόση λύπης ξεπερνά τα ανθρώπινα δεδομένα μου.  Κι οι πληγές δεν α

Πολύ μου αρέσουν οι γενναιόδωροι άνθρωποι.

Εικόνα
Μου αρέσουν οι γενναιόδωροι άνθρωποι. Εκείνοι που θα σου χαρίσουν απλόχερα, ακόμα κι αν δεν έχουν αρκετά. Εκείνοι που το δόσιμο τους δεν σταματά στα υλικά αγαθά, αλλά προεκτείνεται και στην ψυχική γαλαντομία. Αυτοί οι μεγαλόδωροι, που θα σε στηρίξουν με μια καλή κουβέντα, ακόμα κι αν δεν την αξίζεις 100%. Οι ωραίοι αυτοί τύποι, που προτιμούν να δουν πάνω σου πλεονεκτήματα κι όχι λάθη. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως κινούνται μέσα σε πλαίσια τυπικής ευγένειας ή ψεύτικης κολακείας. Οι άνθρωποι, που πέρα από τις λέξεις, έχουν κι ένα χαμόγελο καρδιάς ζωγραφισμένο στο πρόσωπό τους. Χάρισμα ακριβό σε όποιον βρεθεί στη ρότα τους. Φαινόμενο σπάνιο, σαν εξωτικό λουλούδι. Τι απαιτείται άραγε για να είσαι γενναιόδωρος; Η λέξη, μας αποκαλύπτεται φωνάζοντας την έννοια της, με παρρησία: Γενναίοι όσοι δίνουν! Κι αυτό διότι λίγοι το τολμούν. Βλέπεις, στη Διχάλα του Ηρακλή, η ευκολία της επίκρισης δείχνει στην εποχή μας γοητευτικότερη. Σε αντίθεση με την επιδοκιμασία. Το σύνηθες είναι η

Όσο περισσότερο επικρίνεις, τόσο λιγότερο αγαπάς.

Της Ματίνας Κ. Καρελιώτη. Έχουμε μεταλλαχτεί σε σκληροπυρηνικούς, μα όχι και αδέκαστους, κριτές των πάντων.  Υψώνουμε το δάχτυλο μπροστά, «δείχνοντας» τα στραβά και τ’ ανάποδα του διπλανού μας χωρίς όμως να έχουμε τη διάθεση να δούμε αν κάποια προσωπική «ατέλεια» κρύβεται πίσω απ’ αυτόν τον υπερυψωμένο δείκτη- κι αν βέβαια το ύψος της «καμπούρας», που φέρουμε, ξεπερνά κατά πολύ εκείνη που κατέχουν οι κρινόμενοι από εμάς. Γνωρίζουμε το καλό και το κακό από γεννησιμιού μας κι ως άλλοι μικροί θεοί έχουμε την εντύπωση πως μπορούμε να επεμβαίνουμε χειριστικά σε όσους και όσα δεν ταιριάζουν με τα γούστα μας. Διότι ακριβώς περί αυτού πρόκειται. Οι κριτικές μας, οι ανερυθρίαστες τοποθετήσεις μας για τις συμπεριφορές των άλλων και πολλές φορές οι- οιασδήποτε μορφής- επιθέσεις  που προβαίνουμε, τροφοδοτούμενες από την ανάγκη ενός άγονου και πρωτόγονου ξεσπάσματος,  φανερώνουν την ψυχική μας ένδεια και στην προκειμένη περίπτωση την πνευματική μας αδυναμία. Ο Ντοστογιέφσκι, ο μεγάλ

Το Σύμπαν, το μόνο που ζητά από εσένα είναι να είσαι ο υπέροχος εαυτός σου.

Το σύμπαν, με χίλιους δυο τρόπους, σου λέει σε θέλω, σε γουστάρω, πιστεύω σε σένα,  σε έχω ανάγκη για την αρμονία μου. Κι εσύ, αντί να πάρεις το μήνυμα και να πετάξεις όσο πιο ψηλά μπορείς, αναλώνεσαι σε ανταγωνισμούς, ζήλειες και μικρόψυχα συναισθήματα που ψαλιδίζουν επικίνδυνα την αληθινή πορεία που σου αντιστοιχεί, στην διάσταση της πραγματικότητας που βιώνεις. Δεν έχεις καταλάβει ακόμα, πώς όσοι ερχόμαστε εδώ, σ’ αυτό το κοκκινόχωμα της μάνας Γης,  αποτελούμε συνειδητή επιλογή εκείνης της Αρχής, που ορίζει την συνεχή, πολύβουη και ζωοδόχο κίνηση μέσα στην ακίνητη ησυχία του Χάους.  Ναι, ακριβώς γι’ αυτό υπάρχουμε!  Είμαστε εκείνοι, που πριν ακόμα συλληφθούμε ως ιδέα, μας δόθηκε  ο ξεχωριστός ρόλος του απαραίτητου συστατικού της  Θείας Κοσμικής Έμπνευσης. Γι’ αυτό κι ο καθένας από εμάς είναι απόλυτα απαραίτητος και ισόνομα απαιτητός, ούτως ώστε να υπάρξει μία επιτυχής ροή στον Λόγο του Παντός. Έτσι, είναι καιρός να αντιληφθείς πως όποια ανομοιογένεια κι αν παρουσιάζεις σε σχ

Bελτιώνεσαι σημαίνει αλλάζεις. Eίσαι τέλειος σημαίνει αλλάζεις συχνά.

Συνηθίζουμε να  πορευόμαστε με αυτό που κάποτε υπήρξαμε ή καλύτερα με την ιδέα που κάποτε αποκτήσαμε για τον εαυτό μας, ξεχνώντας τη σύγχρονη εκδοχή μας.  Όπως και να το κάνουμε όμως, ο άνθρωπος είναι μία εξελικτική οντότητα, φύσει – θέσει. Από την στιγμή που γεννιέται έως την ώρα που θα ενωθεί με την Αρχική ουσία, βάζει και βγάζει λιθαράκια που στηρίζουν την ύπαρξή του. Δεν είναι δυνατόν λοιπόν, η θεώρηση που αποκτούμε για τον κόσμο γύρω μας, να παραμένει ακλόνητη απ’ την αρχή ως το τέλος. Τα πρώτα πιστεύω μας, θα αναθεωρηθούν στο σχολειό, στο πανεπιστήμιο κι ύστερα στον εργασιακό μας χώρο. Έπειτα, μέσα από τις σχέσεις, προσωπικές και κοινωνικές, οι απόψεις μας θα συνεχίσουν να  αναπλάθονται  ποικιλοτρόπως και συγχρόνως θα αλλάζουν ξανά και ξανά τα  χρώματα τους, βάσει της προσωπικότητας που ο καθένας στην πάροδο του χρόνου θα εδραιώνει. Στις διαπροσωπικές σχέσεις, οι άνθρωποι εξαρτώμενοι από την καθημερινότητα και την συνήθεια, όλο αυτό το συνοψίζουν σε μία μομφή, χρησιμοποιώ

Ρίξε ένα ουσιαστικό βλέμμα γύρω σου και πάψε να αδιαφορείς.

Αν θέλαμε να καταδείξουμε την σοβαρότητα του φαινομένου “Αδιαφορία”, που συμβαίνει με σφοδρότητα στις μέρες  μας, θα έφτανε μια μικρή διασκευή στο γνωστό κοινωνικό άσμα της δεκαετίας του ’80, “Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ”.  Με ένα: “Αδιαφορώ κι οπλοφορώ” λοιπόν,  θα φτάναμε ακριβώς στον στόχο, καθώς η  έλλειψη ενδιαφέροντος που εκδηλώνεται με απάθεια και ψυχρότητα απέναντι στα όσα διαδραματίζονται τριγύρω, είναι ένα όπλο στα χέρια μας που ανά πάσα στιγμή μπορεί να εκπυρσοκροτήσει με μοιραία αποτελέσματα. Η αδιαφορία κινείται σε διάφορους τομείς, όπως η ατομική, οικογενειακή, πολιτική, εθνική και διακρίνεται στο άτομο μέσα από μια μόνιμη αμέλεια πράξης και απουσία δράσης. Η συρρίκνωση της ηθικής και η συναισθηματική στείρωση, είναι στοιχεία που επίσης αποδεικνύουν την ύπαρξη της. Όσοι από εμάς ανοίγουμε λίγο περισσότερο τα αυτιά και τα μάτια μας στην πολύβουη και δαιδαλώδη καθημερινότητα μας, θέλοντας κυρίως να κατανοήσουμε αυτό που ζούμε, έχουμε ήδη εντοπίσει κάποιες αιτίες  που οδήγ

Χρειάζομαι να νιώσω την πίστη σου σε εμένα.

Στάσου πλάι μου και μη με κρίνεις. Σταμάτα να μου δίνεις συμβουλές για εκείνο που εσύ θεωρείς σωστό. Άσε στην άκρη τα σκληρά  “ειλικρινή” λόγια και προστάτεψε με μια απλή ματιά ανθρώπινης κατανόησης. Δεν χρειάζεται να μιλήσεις. Λες να μην ξέρω; Δεν θέλω να μου βρεις λύσεις. Λες να μην έχω σκεφτεί; Μια σιωπή που να εκπέμπει νοιάξιμο έχω ανάγκη. Τίποτε άλλο. Αν θες. Αν κι εσύ το επιθυμείς. Δίχως να νιώθεις υποχρεωμένος να το πράξεις . Δεν ξέρω αν έτσι είναι οι φίλοι. Δεν θα το κρίνω συνολικά. Ούτε θα αναλύσω με ορισμούς και γενικεύσεις. Θα σου πω  μόνο ότι εγώ αυτό μπορώ να αντέξω. Για τώρα τουλάχιστον. Για αυτή τη στιγμή. Πιθανά να μη συμφωνείς. Λογικό. Άκουσε με. Άκουσε κι αυτά που δεν λέω. Είναι πιο σπουδαία από τ’ άλλα. Μην μπεις στη θέση μου. Μάταιο είναι. Δεν είμαστε ίδιοι. Πίστεψε με. Χρειάζομαι να νιώσω την πίστη σου σε εμένα. Χωρίς εκείνη τίποτα δεν προχωρά. Αυτό είναι το δύσκολο. Προϋποθέτει αγνό αίσθημα. Και το αγνότερο όλω

Πλήθος πλίθινο

Εικόνα
Πλήθος.  Άνθρωποι λογιώ λογιώ περνούν τα φανάρια της αυθαιρεσίας σκορπώντας μοιραία δυστυχήματα ακόμα στους προσεκτικότερους διαβάτες της διαδρομής “Υπάρχω”. Οι σειρήνες των ασθενοφόρων σπεύδουν να παραλάβουν τις αιμόφυρτες συνειδήσεις, ουρλιάζοντας στους ψευδομειλίχιους και πράους νομιμόφρονες της κοινωνικής σύμβασης μπας και παραμερίσουν την αδιαλλαξία τους. Πλήθος ηλικιωμένων ηθικών αξιών μαζεύεται στον τόπο των συμβάντων και στέκει πάνω του με μια θλίψη παραγινωμένη. Τόσο, που θα ‘λεγες αν πέσει ο καρπός θα γίνει αδιαφορία. Πλήθος. Άνθρωποι – παράλληλα σύμπαντα, φορούν ρούχα δανεικά, ξεγυμνώνοντας έτσι την αξιοπρέπεια τους.  Οδηγούν δεξιοτίμονα την τύχη τους σε λάθος λωρίδες, φλερτάροντας μ’ ένα τέλος που δείχνει να πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες του. Όσοι θα επιβιώσουν ως απογοητευμένοι γενναίοι θα λογίζονται. Πλήθος. Ανθρωποφάγες φιγούρες καραδοκούν πλάι σ’ όσους πεθαίνουν από επιθυμίες. Πλευρίζουν με δόλο όσους ξεχειλίζουν από όνειρα και λυμαίνονται τις καρδιές

Ο κόσμος υπάρχει, γιατί εσύ κάνεις όνειρα.

Εικόνα
Κάνεις όνειρα. Πολλά όνειρα. Για καθετί. Για τον εαυτό σου. Για τα παιδιά. Για το σύνολο. Για το τώρα. Για το αύριο. Άλλα θα σου βγουν κι άλλα θα σου βγάλουν το λάδι. Ποιος ο λόγος να εστιάζεις πάντα στα δεύτερα; Στάσου λίγο και κοίτα αυτή την έρμη την ικανοποίηση που σου προσφέρουν τα πρώτα. Συνειδητοποίησε ότι αυτά τα όνειρα που υλοποιήθηκαν, είναι παράσημα της ανθρώπινης στολής σου. Και τα παράσημα σε τιμούν. Και στο τώρα και στο διηνεκές. Ναι, έτσι είναι. Κάθε νίκη σου αποτελεί ένα παράδειγμα για τους υπόλοιπους. Μια ώθηση για να συνεχίζεται η προσπάθεια. Χωρίς αυτά, ο κόσμος θα απογοητεύονταν από την πρώτη στιγμή και θα έπαυε να υπάρχει. Ναι, μη γελάς. Ο κόσμος υπάρχει, γιατί εσύ κάνεις όνειρα. Γιατί παλεύεις να τα πραγματοποιήσεις σε συνθήκες που τις περισσότερες φορές δεν είναι ιδανικές. Δεν είναι καν με το μέρος σου. Θυμήσου: Στα λιθαράκια που στυλώνουν την όρεξη για ζωή, ανήκουν όλα όσα επιτυγχάνεις, όλα όσα καταφέρνεις να φτάσεις και γιατί όχι να

Αφήνω την ψυχή μου ξυπόλητη…

Εικόνα
“Αφήνω την ψυχή μου ξυπόλητη. Το ξέρω πώς ο δρόμος είναι γεμάτος από συναισθήματα – ξυράφια. Μα δεν μπορώ να της στερήσω την αίσθηση της χωμάτινης αλήθειας. Δεν θα φοβηθώ ούτε τον πόνο, ούτε τα σημάδια που αυτά θα αφήσουν. Γιατί το ξέρω. Κάποτε η ψυχή μου θα πατήσει πάνω στο κοκκινόχωμα του δημιουργού. Και τότε όλοι οι πόνοι θα περάσουν στη λήθη. Είναι που θα θυμηθεί το χάδι και την αγάπη του. Κι όλη η ανηφόρα θα μοσχομυρίσει ελπίδα.  Χώμα και νερό. Κι όλα πλάθονται. Αλλάζουν. Μεταμορφώνονται...” Έτσι μου είπε, και σήκωσε το βλέμμα στο λευκό ταβάνι, που σκέπαζε ένα δωμάτιο γεμάτο πόνο. Σε αυτό το ταβάνι, τόσους μήνες τώρα, δεν έκανε τίποτα άλλο απ’ το να ζωγραφίζει γαλάζιους ουρανούς και ήλιους θεραπευτές. Δυο κρίνα, που μας κρυφοκοίταζαν, μου έκαναν νόημα να κρύψω το δάκρυ της λύπησης. Για ποιον άραγε ήταν αυτό το δάκρυ; Ένιωσα πως μυρίζω προδοσία. Σηκώθηκα σαν αέρας και βγήκα από το δωμάτιο. Δεν ήθελα με τίποτα να διακόψω τη νέα της έμπνευση. Τότε, τα ολόλευκα κρίν